Ήταν πάλι μαστουρωμένη. Έπρεπε να προσέχει παραπάνω. Το μύρο δεν προκαλούσε πολύ έντονο φαινόμενο στέρησης αλλά όταν τέλειωνε θα το νοσταλγούσε. Στο κάτω κάτω δεν είχε και πολλές χαρές η ζωή του φυγά για να σπαταλάει έτσι εύκολα τα ναρκωτικά της. Σκέφτηκε πως ίσως θα 'ταν πιο έξυπνο να 'χει μείνει με τους τρεις μάγους. Τους είχε του χεριού της και έμοιαζαν να ξέρουν που πηγαίνουν, αλλά δεν είχε σκοπό να παριστάνει τη λησταρχίνα μια ζωή. Ο Κασπάρ θα γύρναγε τα φεγγάρια ανάποδα για να βρει κι αυτήν και το φορτίο που του βούτηξε, αλλά σκόπευε να τον αφήσει με το πουλί στο χέρι. Αποκλείεται να την έψαχνε στο..που στο καλό πήγαινε; Τρέκλισε μέχρι τον υπολογιστή του σκάφους για να δει την πορεία που της είχε προτείνει. Στο δρόμο αναγκάστηκε να αποφύγει 3 φουγκουρίνους και να χάσει 2 λεπτά γελώντας σα βλαμμένη όταν κατάλαβε πως ήταν παραισθήσεις λόγω του μύρου. Όλοι ξέρουν πως οι φουγκουρίνοι κυκλοφορούν σε τετράδες.
-Κομπιούτερ, πες..
-Με λένε Γκνίχ.
-Γκνίχ, πες μου ξανά που πηγαίνουμε.
-...
-Γκνίχ, πες μου ξανά που πηγαίνουμε παρακαλώ.
-Θα βρισκόμαστε στον GCZV12-3B-54M σε λίγες ώρες.
-...
-Είναι γνωστός εδώ γύρω ως Σκατοβάλτος-2.
-Ακούγεται θαυμάσιο μέρος.
-Ω, δεν είναι τόσο άσχημο όσο ακούγεται. Διαθέτει έναν οικισμό πεντακοσίων κατοίκων και μερικές σκόρπιες φάρμες γκουγκουλέδων. Φαίνεται πως ευδοκιμούν. Λαμβάνοντας υπ' όψιν το φορτίο που έκλεψες, έχω φροντίσει να προσγειωθούμε στη ζούγκλα. Κάποιο υποτυπώδες τελωνείο θα έχουν.
-Μάλιστα. Και τι προτείνεις να κάνουμε;
-Θα πας στην πόλη και θα φέρεις 2 φιάλες Klein καύσιμα. Μετά μπορούμε να πάμε στον Τζορλούκας να με πουλήσεις σ' ένα σοβαρό ιδιοκτήτη να ηρεμήσω και να χρησιμοποιήσεις τα λεφτά για να μαστουρώνεις όσο θες.
-Μιλώντας για λεφτά, πώς θα πληρώσω τα καύσιμα;
-Με μύρο, βέβαια. Εκτός αν προτιμάς να...*γκουχ γκουχ*
-Τι; Α..με κάποιον βλάχο ενός κόσμου γνωστού ως Σκατοβάλτος; Να μου λείπει. Καλύτερα με το βασιλιά Ηρώδη. Δεν είμαι τόσο εθισμένη.
Πολλές φορές είχε αναρωτηθεί ποιός είχε τη φαεινή ιδέα να δώσει προσωπικότητα στους υπολογιστές των σκαφών. Ήταν όλοι εριστικές ψωνάρες, αλλά ήταν φτιαγμένοι ακριβώς γι' ανθρώπους σαν τη Μαρία - Μαριάμ μάλλον, μόνο ο δικέφαλος γεροτράγος την αποκαλούσε Μαρία. Άσχετους με την πλοήγηση που αν τους έδιναν το πηδάλιο και τους πιο αναλυτικούς χάρτες και οδηγίες θα πέταγαν μέσα σε κάποιον ήλιο. Πήγε στην καμπίνα της να περάσει τις υπόλοιπες ώρες ως την προσγείωση ντίρλα. Αναγκάστηκε να σπρώξει έναν πορτοκαλί φουγκουρίνο για να κάνει λίγο χώρο στο κρεββάτι.
----
Ε, λοιπόν, ήταν σίγουρα ένας βάλτος. Γύρω απ' το νησάκι που είχε κατεβάσει ο Γκνίχ το πλοίο, και πέρα στην ανατολή ως εκεί που έφτανε το μάτι, εκτεινόταν ένα σκούρο αρρωστημένο πρασινογκρί έλος κάτω από τον απογευματινό συννεφιασμένο πρασινογκρί ουρανό. Από την άλλη πλευρά του νησιού το νερό έδινε γρήγορα τη θέση του στη ζούγκλα, και λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω φαίνονταν τα φώτα της μοναδικής πόλης του πλανήτη - της Νταγκομπάρα, πιο γνωστής ως Λασποβρώμας. Το νερό του βάλτου ήταν τόσο ανακατεμένο με ποιός-ξέρει-τι που ήταν μη νευτώνειο και περάσε περπατώντας προσεκτικά από πάνω. Για κάποιο μυστήριο λόγο της πέρασε για πρώτη φορά απ' το μυαλό ο γιος της που είχε ταΐσει στον Αζόρ φεύγοντας απ' την τρώγλη του Ιωσήφ.
Ο Γκνίχ την είχε διαβεβαιώσει πως τα μόνα επικίνδυνα ζώα του GCZV12-3B-54M βρίσκονταν στο άλλο ημισφαίριο, αλλά όταν περπατάς σε μια άγνωστη ζούγκλα νομίζεις πως ακούς διάφορα πράγματα. Πετάχτηκε κάμποσες φορές περνώντας μια κληματσίδα για φιδιόσαυρο, ενώ κάποια στιγμή της φάνηκε σα να άκουσε ένα ρυθμικό "τσομπ τσομπ", σαν τον ήχο που κάνει ένας ευχαριστημένος γκλορμπίλλας όταν μασουλάει γκουγκουλέδες. Αυτό ήταν φυσικά ανόητο. Οι γκλορμπίλλες ζούσαν μόνο στον Γκλορμπ και σε πλανήτες που ειδικεύονταν στην κτηνοτροφία - ο Σκατοβάλτος-2 σίγουρα δεν ήταν τέτοιος.
"Τσομπ τσομπ".
Πφφ. Οι γκλορμπίλλες έτρωγαν σχεδόν ό,τι κι αν τους έδινες, αλλά ποτέ δεν είχαν υπάρξει επιθετικοί. Ήταν μια αταίριαστη παραίσθηση.
Η Λασποβρώμα δεν ήταν το πιο άσχημο χωριό που είχε δει ποτέ. Μάλλον οι Σκατοβάλτιοι είχαν μια τάση να παρουσιάζουν τα πράγματα πιο άσχημα απ' όσο είναι. Γκρινιάρηδες και μίζεροι. Κατευθύνθηκε προς το μικρό κοσμοδρόμιο όπου ήταν και το μόνο καυσιμάδικο. Ο καυσιμάς δεν έμοιαζε και πολύ με βλάχο ενός σκατοβάλτου. Ίσως να...όχι, δεν είχε χρόνο για βλακείες. Πήρε τις φιάλες Klein, του έδωσε 50 γραμμάρια μύρο κι έκανε να φύγει. Το ναρκωτικό ήταν νόμιμο, ανεξάρτητα αν το δικό της ήταν κλεμμένο. Ελάχιστα θα ένοιαζε τον υπάλληλο από που ήρθε.
Καθώς έβγαινε από την πόρτα, της φώναξε.
-Στάσου, γκουγκουλέδες!
-Ορίστε;
-Εε, εννοώ, πάρε κι αυτό το μπουκέτο. Δώρο. Λίγα λουλούδια ηρεμούν το μυαλό στα διαστρικά ταξίδια.
-Που να 'ξερες τι κατάφερε ο τελευταίος άντρας που μου χάρισε λουλούδια, είπε κλείνοντας του το μάτι και την πόρτα στη μούρη.
-Γκουγκουλέδες ήταν; τη ρώτησε απ' το παράθυρο.
-Ραδιενεργά κρίνα.
Γυρνώντας πίσω στο σκάφος, έκανε κάτι ασυνήθιστο: σκέψεις για το μέλλον. Ίσως θα έπρεπε να φροντίσει να
"τσομπ τσομπ"
"Χμουφ", ξεφύσησε προβληματισμένη. Ακουγόταν κοντά. Αποφάσισε να ρίξει μια ματιά. Πέρασε μέσα από μερικές αγκαθωτές κληματσίδες και βουρβουρόθαμνους και βρέθηκε σ' ένα μικρό ξέφωτο.
"Τσομπ τσομπ". Αυτό ήταν πέραν πάσης αμφιβολίας ένας γκλορμπίλλας που βοσκούσε χαρούμενος. Είχε δει πολλές φορές τον Αζόρ με αυτή την ευτυχισμένη έκφραση στη μουσούδα. Προς στιγμήν ανησύχησε πως αντί να αγοράσει καύσιμα είχε σνιφάρει μόνη της το μύρο. Απέρριψε γρήγορα την ιδέα και είπε με την τσιριχτή φωνή που χρησιμοποιούν από την αρχή του χρόνου οι άνθρωποι όταν μιλάνε σε γκλορμπίλλες ή ό,τι παρόμοιο είπε:
"Γειάααααα σουουουουου! Τι κάνειειειειεις; Τι κούκλος είσαι συ; Γούτσου γούτσου!".
Ο γκλορμπίλλας γύρισε ξαφνιασμένος. Με βλέμμα περίεργα προβληματισμένο γκάρισε μία παραλλαγή από ό,τι λένε συνήθως οι γκλορμπίλλες στους ανθρώπους:
"Γκλορμπ, γκλορμπ. Μιουμ νιουρ;". Ευχαριστημένος με τον εαυτό του απ' όσο καταλάβαινε η Μύριαμ, γούρλωσε τα μάτια και αναφώνησε "Γκλορμπ! Σνιοφ!" επιστρέφοντας στη βόσκη του.
Ήταν μπερδεμένη. Ποιός είχε φέρει γκλορμπίλλες στον GFM23...όχι, δεν ήταν αυτό..στον Σκατοβάλτο-2 τέλος πάντων; Απίθανο κάποιος από τους κατοίκους να είχε μπει στον κόπο να τον εισάγει για κατοικίδιο. Τα περισσότερα σπίτια που είχε δει δεν είχαν χώρο για τέτοιο ζώο. Ούτε τα ζώα ήταν χαρούμενα αν δεν υπήρχαν κι άλλοι γκλορμπίλλες κοντά.
Δεν είχε πάρει χαμπάρι ότι τα σκεφτόταν αυτά περπατώντας πάνω στο βάλτο. Ξαφνιασμένη, στάθηκε όρθια αποφεύγωντας να πέσει με τα μούτρα στα υγρά βρύα και σκαρφάλωσε στην όχθη.
Δίπλα στο πλοίο στεκόντουσαν ο υπάλληλος του καυσιμάδικου και δύο γκλορμπίλλες.
"Γκλορμπγκλόρμπ".
-Οι γκλορμπίλλες θέλουν να σου μιλήσουν.
-Φίλε, σνίφαρες όλη την πληρωμή σου;
"Σλιαρ, σλιαρ", φώναξε και της πήρε τ' αυτιά το ένα από τα δύο συμπαθή κτήνη.
-Οι γκλορμπίλλες, συνέχισε ο καυσιμάς, δε θέλουν να μαθευτεί η παρουσία τους εδώ. Αυτός είναι ο λόγος που έχουμε ονομάσει τον πλανήτη μας Σκατοβάλτο-2 - έτσι κι αλλιώς είναι άσχημο μέρος, έτσι όμως κανείς δε θέλει να έρθει εδώ.
-Καλά, δε θα το πω πουθενά. Σιγά τη φοβερή πληροφορία στο κάτω κάτω.
-Ο Μούρρμσλιακ λέει πως είσαι πρεζάκι. Τα πρεζάκια μιλάνε πολύ.
-Α, για να σου πω! Δεν είμαι εγώ αυτή που μιλάει με διαστημικές αγελάδες! Και να σκεφτείς πως..αρργκχρμφ!
Του πέταξε το μπουκέτο γκουγκουλέδων στη μούρη. Θα του πέταγε κάτι πιο επικίνδυνο αν είχε τη δυνατότητα.
Το δεύτερο ζώο, που ως τότε λαγοκοιμόταν δίπλα στο σκάφος, ανασηκώθηκε και πλησίασε για να φάει τα νόστιμα λουλούδια. Ο τύπος της έτεινε το χέρι
-Με λένε Ιάννι. Είμαι ο αγαπημένος μαθητής των γκλορμπίλλων.
-Ο Χριστός κι η Παναγία.
-Ποιοί είναι αυτοί;
-Δεν ξέρω, έτσι μου 'ρθε. Είμαι η Μαριάμ και νομίζω πως είσαι ηλίθιος.
-Ακολούθησε με, σε παρακαλώ. Αξίζει τον κόπο.
-Ουφ. Καλά. Περίμενε με εδώ Γκνίχ. Αν αργήσω πολύ, βομβάρδισε την πόλη.
Μάλλον απίθανο να πιστέψει κανείς ότι το σκάφος είχε κάποιο όπλο πιο εκλεπτυσμένο από το μεγάλο βραχίονα σε σχήμα μπουνιάς που ήταν στάνταρ εξοπλισμός για να σπρώχνεις αστεροειδείς εκτός πορείας.
Καθώς περπατούσαν στη ζούγκλα, ο Ιάννι άρχισε να της τσαμπουνάει διάφορες παλαβομάρες. Οι γκλορμπίλλες λέει, ήταν πολύ ανεπτυγμένο είδος, αλλά λόγω φυσιολογίας τους ήταν πολύ δύσκολο να κατασκευάσουν και να χρησιμοποιήσουν εργαλεία. Είχαν καταφέρει να φτιάξουν κάνα δυο διαστημόπλοια πριν πολύ πολύ καιρό και έτσι είχαν φτάσει στον GCZV12-3B-54M τον οποίο οι ίδιοι αποκαλούσαν Μιαμ-μιαμ. Όταν έφτασαν οι άνθρωποι στον Γκλορμπ, αποφάσισαν να συμβιβαστούν με το ρόλο του ζώου φάρμας. Το κρέας τους έτσι κι αλλιώς δεν τρωγόταν και όποιες προσπάθειες επικοινωνίας είχαν κάνει είχαν αποβεί άκαρπες οπότε κούνησαν αδιάφορα την ουρά τους και προσαρμόστηκαν. Ο Μούρρμσλιακ ήταν αυτός που είχε δει στο ξέφωτο. Το γκάρισμα του είχε ειδοποιήσει τους υπόλοιπους και ήρθαν να την προϋπαντήσουν. Δε θα 'χαν πρόβλημα, είπε, να την καλωσορίσουν στην κοινωνία τους, ή έστω, αν επιμένει να φύγει, ήθελαν να την πείσουν να προσέχει τα λόγια της για να μην της ξεφύγει τίποτα. Οι γκλορμπίλλες δεν είχαν όρεξη να επανανακαλυφθούν.
Τι μαλάκας. Και να σκεφτείς ότι παραλίγο να του την πέσει. Αλλά κάπου θα έβρισκε μια πέτρα να του ανοίξει το κεφάλι στα δύο και μετά θα έφευγε. Με λίγη τύχη θα έπαιρνε πίσω και τα 50 γραμμάρια μύρο που του είχε δώσει.
Την οδήγησε σε μια σπηλιά. Γκλορμπίλλες και πράσινοι φουγκουρίνοι. Σιγά που δεν καταλάβαινε τι ήθελε ο Ιάννι. Κάποια τρύπα θα υπήρχε όμως να τον πετάξει μέσα.
Πέρασαν από ένα στενό άνοιγμα. Ήταν έτοιμη να του λιώσει το κεφάλι στο βράχο όταν είδε πως μπροστά της εκτεινόταν μία τεράστια θολωτή αίθουσα. Εκεί μέσα κυκλοφορούσαν κάμποσοι γκλορμπίλλες. Ένας από αυτούς οδηγούσε κάποιου είδους γιγάντιο γκλορμπιλλοπατίνι. Ένας άλλος σκάλιζε κάτι σε ένα κουτί με άμμο με τα κέρατα του. Έξυσε το κεφάλι της με αμηχανία. Κοίταξε τον Ιάννι. Όπως τόσο συχνά έκανε στην αλλοπρόσαλλη ζωή της, άλλαξε γνώμη. Ίσως άξιζε τον κόπο να δώσει μια ευκαιρία σε αυτόν τον καυσιμά και το περίεργο κοπάδι των γκλορμπίλλων. Έβγαλε μια τζούρα μύρο, πρόσφερε λίγο στον άνθρωπο που ήταν έτοιμη να δολοφονήσει πριν 10 δευτερόλεπτα και του χαμογέλασε πονηρά.